Τροπικά

Βάγια (ή Χουρμαδιά)

      Η χουρμαδιά (Phoenix dactylifera) είναι είδος φοίνικα. Φύεται στην Βόρεια Αφρική (Σαχάρα), στην Αραβική χερσόνησο, στη Μεσοποταμία του Ιράκ και κατά μήκος τουΠερσικού φτάνει μέχρι το Πακιστάν, την βορειοδυτική Ινδία και τα νοτιοδυτικά σύνορα του Αφγανιστάν. Στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στην Ανδαλουσία της Ισπανίας, υπάρχει ένα τεραστίων διαστάσεων, τεχνητά φυτεμένο φοινικόδασος με Phoenix dactylifera, δίπλα σε μια πόλη.
      Η χουρμαδιά φθάνει σε αρκετά μεγάλο ύψος, περίπου τα 20 με 30 μ. Έχει λεπτό κορμό γκρίζου-καφέ χρώματος, τα φύλλα της έχουν μήκος περί τα 5.5-6 μ. και τα φυλλάρια του τα 30-60 εκατοστά. Αντέχει στο ψύχος μέχρι και στους -10οC και έχει απαιτήσεις σε φως και νερό. Οι καρποί της (χουρμάδες) κίτρινου-πορτοκαλιού η πορτοκαλοκόκκινου χρώματος και με μήκος 3,8 εκατοστών είναι οι μόνοι βρώσιμοι απ' όλα τα είδη χουρμαδιάς που υπάρχουν. Καρπούς παράγουν μόνο τα θηλυκά δέντρα συνήθως όταν κοντά τους φύονται αρσενικά και βοηθούν τη γονιμοποίηση μέσω της γύρης των ανθών.




Κανάριος

      Ο Κανάριος Φοίνικας ή Phoenix canariensis είναι ποικιλία φοίνικα ο οποίος, όπως δηλώνει και το όνομα του, κατάγεται και φύεται σε φυσική κατάσταση στα Κανάρια Νησιά. Θεωρείται το 2ο γνωστότερο είδος χουρμαδίας μετά τον Phoenix dactylifera.
      Οι χουρμάδες του Phoenix canariensis είναι μη βρώσιμοι και πιο μικροσκοπικοί απ' της γνωστής μας χουρμαδιάς, με πορτοκαλο-κόκκινο χρώμα. Όπως και σε άλλες ποικιλίες φοίνικα, υπάρχουν αρσενικά και θηλυκά άτομα. Τα αρσενικά ξεχωρίζουν καθώς δεν κάνουν τσαμπιά με καρπούς και συνήθως έχουν πυκνότερη παράταξη φυλλώματος του κεντρικού μίσχου του φυτού. Είναι μεγάλος φοίνικας, μεγαλύτερος απ' τον Phoenix dactylifera, με παχύτερο κορμό και μεγαλύτερα, πιο βαθυ-πράσινου χρώματος, φύλλα. Σε μεγάλη ηλικία φτάνει περίπου τα 15 με 30 μέτρα ύψος (αναλόγως το κλίμα της περιοχής) και είναι ανθεκτικός στο κρύο μέχρι θερμοκρασίες των -7oC.
      Φυτεύεται ευρέως σε όλο τον κόσμο σε περιοχές με τροπικό και εύκρατο κλίμα σε πάρκα, σε δημόσιους χώρους και κτήρια, και σε αυλές και κήπους οικιών.
      Στην Ελλάδα υπάρχει το ημι-αυτοφυές Φοινικόδασος της Παναγιούδας με Phoenix Canariensis στην ανατολική ακτή της Λέσβου, και ακόμα ένα στις παρυφές της πόλης της Ελευσίνας.




Χαμαίρωπας χαμηλός
      Ο Chamaerops Humilis, γνωστός με την ελληνική του ονομασία ως Χαμαίρωπας χαμηλός, είναι νανοειδές φοινικοειδές της δυτικής λεκάνης της Μεσογείου. Φύεται κυρίως σε βραχώδη τοπία, και η περιοχή εξάπλωσης του ξεκινάει από τα Όρη του Άτλαντα στο Μαρόκο, στην Αλγερία, στην Τυνησία και συνεχίζει στην Ευρώπη, όπου και φύεται στη Μάλτα, στην Ιταλία (Σικελία), στο Γιβραλτάρ, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία, και τέλος στη νότια Γαλλία.
      Είναι ο μοναδικός φοίνικας στον κόσμο που φύεται μέχρι και σε αρκετά μεγάλο βόρειο γεωγραφικό πλάτος, όπως για παράδειγμα στην τοποθεσία "Hyeres Les Palmiers" στη νότια μεσογειακή ακτογραμμή της Γαλλίας με Γ.Π. 43o 07' N' και στο νησί "Capraia" της Ιταλίας με Γ.Π. 43ο 04' Ν'.
      Έχει πράσινα προς ελαφρώς ασημοπράσινα φύλλα, με αγκαθωτούς μίσχους που καταλήγουν σε βενταλοειδούς ανάπτυξης φυλλάρια. Ο κορμός του είναι ελαφρώς τριχωτός και παράγει κίτρινα άνθη το καλοκαίρι και καφέ χρώματος καρπούς το φθινόπωρο. Αναπτύσσεται σε ξηρά εδάφη με αλκαλικό ph εδάφους, και έχει μεγάλες απαιτήσεις σε ήλιο αλλά και σε νερό. Αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες έως και -20οC, αλλά παρόλα αυτά απαιτεί την προστασία του από ισχυρούς παγετούς. Φτάνει το ύψος των 3 μέτρων μόνο και αναπτύσσεται αργά. Φύεται με την ανάπτυξη εκ του κεντρικού φυτού περιφερειακών φυτών-παραφυάδων. Είναι κατάλληλο για φυτεύσεις μεμονωμένα, σε ομάδες, σε βραχόκηπους και σε παραθαλάσσιες περιοχές, ενώ ο πολλαπλασιασμός του φυτού γίνεται με σπόρους.




Εχινόκακτος

      Είναι επιβλητικοί κάκτοι με σφαιρική μορφή και κατάγονται από το Μεξικό. Εκεί φύονται σε βραχώδεις περιοχές με ισχυρή ηλιοφάνεια και κρύο κατά τη διάρκεια της νύχτας. Αποθηκεύουν νερό, έχουν αργή ανάπτυξη και ανθοφορούν σε μεγάλη ηλικία από τη μαλλιαρή κορυφή τους. Τοποθετήστε τον εχινόκακτο σε μέρος φωτεινό, ηλιόλουστο και ξηρό. Μόνο στην αρχή της βλαστικής περιόδου την άνοιξη θέλει προστασία από τον καυτό ήλιο. Το καλοκαίρι χρειάζεται ζέστη, το χειμώνα ανάπαυση, δηλ. φως και ξηρό περιβάλλον στους 8-10 οC.
      Ποτίστε μέτρια κατά τη φάση της ανάπτυξης και ρίξτε λίπασμα για κάκτους κάθε 2 βδομάδες. Αλλαγή γλάστρας μόνο αν είναι απαραίτητο, γιατί οι ρίζες του είναι πολύ ευαίσθητες.





Ρεβουτία

      Πολύ όμορφοι κάκτοι που προέρχονται από την Νότιο Αμερική. Αναπτύσσονται σε σχισμές βράχων και σε στέπες, ακόμη και  τα 3.500 μέτρα υψόμετρο. Φτάνουν ως τους 8 πόντους. Έχουν μαλακά αγκάθια με σπειριοειδή διάταξη. Αναπτύσσονται έντονα από τη βάση και σύντομα τα φυτά σχηματίζουν ομάδες. Έχουν εντυπωσιακά άνθη, σε διάφορα χρώματα, κόκκινο, λευκό, μωβ, πορτοκαλίκαι κίτρινο. Εμφανίζονται ακόμη και σε νεαρά φυτά, από το πλάι των φυτών.
      Η ρεβουτία έχει ανάγκη από φωτεινή θέση κοντά στο παράθυρο. Ο χώρος πρέπει να αερίζεται καλά. Χρειάζεται προστασία από τον μεσημεριανό ήλιο. Τον χειμώνα θέλει φως και δροσερή ατμόσφαιρα με θερμοκρασία 5ο C. Το χειμώνα δεν θέλει καθόλου πότισμα, την άνοιξη και το φθινόπωρο θέλει ελαφρό πότισμα και κανονικό το καλοκαίρι.
      Το καλοκαίρι χρειάζεται λίπασμα για κάκτους κάθε 20 μέρες περίπου. Όταν κάνει πολύ ζέστη χρειάζεται ψέκασμα. Όταν είναι αναγκαίο, μεταφυτέψτε την σε μεγαλύτερη γλάστρα με αφράτο χώμα.
Πολλαπλασιάζεται με διαίρεση και με σπόρους.





Φραγκοσυκιά

      Η φραγκοσυκιά (επιστ. Οπουντία η ινδική συκή, Opuntia ficus-indica) είναι κακτοειδές φυτό, πολύκλαδο, το οποίο μπορεί να φτάσει μέχρι ύψος 3-5 μέτρων. Δεν έχει κορμό και αποτελείται από σαρκώδη επίπεδα τμήματα («φύλλα») με μορφή ελλειπτικού δίσκου, ενωμένα μεταξύ τους.
      Ο καρπός της φραγκοσυκιάς είναι το φραγκόσυκο, ο οποίος είναι ένα από κίτρινο (πριν ωριμάσει πλήρως) προς ροδοκόκκινο (όταν ωριμάσει) φρούτο με μικρά αγκαθάκια, σα χνούδι, στην επιφάνειά του. Τα φραγκόσυκα αναπτύσσονται περιμετρικά στην άκρη των επίπεδων τμημάτων της φραγκοσυκιάς και έχουν βάρος 150-400 γραμμάρια. Τα άνθη της είναι κίτρινα, χωρίς μίσχο.
      Η πατρίδα της φραγκοσυκιάς είναι η Κεντρική Αμερική - Μεξικό. Εισήχθηκε στην Ευρώπη και στη συνέχεια σε όλο τον κόσμο από τους θαλασσοπόρους οι οποίοι επέστρεψαν από την ανακάλυψη της Αμερικής κατά τον 15ο-16ο αιώνα. Η πρώτη περιγραφή του έγινε το 1535 από τον Ισπανό Gonçalo Hernández de Oviedo y Valdés στην «Ιστορία των Ανατολικών Ινδιών».
      Εκτός από την πατρίδα της την Αμερική, η φραγκοσυκιά έχει σημαντική επέκταση στη Μεσόγειο, σε σημείο που να θεωρείται μέρος του φυσικού περιβάλλοντος, στην Αφρική, σε μεγάλες εκτάσεις στην Αυστραλία και γενικά σε ζεστά μέρη σε όλη τη γη. Μπορεί και επιζεί με επιτυχία σε ξηρά μέρη με μικρή ποσότητα χώματος (π.χ. σε βραχώδεις εκτάσεις). Σε πιο φιλικές συνθήκες (π.χ. σε εύφορες πεδιάδες) επεκτείνεται με ευκολία και σχηματίζει μεγάλα, αδιαπέρατα συμπλέγματα.
      Το φυτό χρησιμοποιείται συχνά σαν φυτοφράκτης. Φράκτες από φραγκοσυκιές μπορούν να λειτουργήσουν αποτρεπτικά στην εξάπλωση δασικών πυρκαγιών διότι ο σαρκώδης κορμός περιέχει νερό και καίγεται δύσκολα. Ο καρπός του, το φραγκόσυκο καταναλώνεται σαν φρούτο αλλά πριν το φάει κανείς θα πρέπει να το καθαρίσει προσεκτικά γιατί είναι γεμάτο μικροσκοπικά αγκάθια.
Αλόη

      Η αλόη βέρα, επίσης γνωστή ως φαρμακευτική αλόη, είναι ένα είδος εύχυμου φυτού που κατά πάσα πιθανότητα κατάγεται από τη Βόρεια Αφρική, τις Κανάριους Νήσους και το Πράσινο Ακρωτήρι.
      Η αλόη βέρα μεγαλώνει σε άνυδρα κλίματα και συναντάται ευρέως στην Αφρική και άλλες άνυδρες περιοχές. Το είδος είναι γνωστό για τη χρήση του σε εναλλακτικές θεραπείες με χρήση φυτών. Πολλές επιστημονικές μελέτες έχουν γίνει για τη χρήση της, καποιες όμως έρχονται σε αντίθεση με άλλες.  Παρά τις αντιθέσεις αυτές, υπάρχουν στοιχεία ότι εκχυλίσματα της αλόης βέρα μπορεί να είναι χρήσιμα στην περιποίηση για επούλωση πληγών και εγκαυμάτων, αλλά και για την αντιμετώπιση του διαβήτη και αυξημένων λιπιδίων στο αίμα. Αυτές οι θετικές επιπτώσεις θεωρούνται ότι οφείλονται στην παρουσία στοιχείων όπως πολυσακχαρίτες, ανθρακινόνη και λεκτίνες.
      Η αλόη βέρα είναι ένα εύχυμο φυτό που φτάνει γύρω στα 60 έως 100 εκ. σε ύψος. Τα φύλλα είναι παχιά και σαρκώδη, πράσινα προς το πρασινο-γκρι, με ορισμένες ποικιλίες να εμφανίζουν λευκά στίγματα στις επιφάνειες των φύλλων. Το περίγραμμα των φύλλων έχει μικρά λευκά αγκάθια. Βγάζει άνθη το καλοκαίρι, τα οποία κρέμονται από ένα και μόνο βλαστό που φτάνει τα 90 εκ. σε ύψος. Τα άνθη έχουν σωληνοειδή μορφή, με κίτρινη στεφάνη που φτάνει γύρω στα 2 έως 3 εκ.
      Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν την αλόη βέρα για τη θεραπεία πληγών. Κατά το Μεσαίωνα, το κίτρινο υγρό που βρίσκεται μέσα στα φύλλα χρησιμοποιούταν ως καθαρτικό. Αξίζει να σημειωθεί ότι η επεξεργασμένη αλόη που περιέχει αλοΐνη χρησιμοποιείται γενικά ως καθαρτικό, ενώ ο επεξεργασμένος χυμός από αλόη βέρα δεν περιέχει συνήθως σημαντικές ποσότητ ες αλοΐνης.
Καλαγχόη

      Η καλαγχόη είναι ένας από τους ωραιότερους και πιο γνωστούς εκπροσώπους της οικογένειας των παχύφυτων.
      Αν και καλλιεργείται με ευκολία σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης, προέρχεται από τη Μαδαγασκάρη ενώ κάποιες έρπουσες ποικιλίες της βρέθηκαν στα τροπικά δάση της Βραζιλίας και της Νοτιοανατολικής Ασίας.
      Οι Γερμανοί και Ελβετοί παραγωγοί ήταν οι πρώτοι που ασχολήθηκαν με το φυτό ενώ στη συνέχεια ακολούθησαν οι Αμερικανοί. Η μεγάλη εξέλιξη όμως έγινε στη δεκαετία του 80 όταν οι Δανοί και οι Ολλανδοί παραγωγοί κατάφεραν να δημιουργήσουν το σημερινό συμπαγές φυτό, που έχει πλούσιο φύλλωμα, γερούς μίσχους και πλούσια ανθοφορία. Από τότε μέχρι σήμερα, τα όμορφα κόκκινα λουλουδάκια της καλαγχόης που εμφανίζονται στην κορυφή των μίσχων σε ταξιανθίες, εξελίχθηκαν σε μία μεγάλη ποικιλία χρωμάτων: κίτρινα, πορτοκαλί, ροζ, μοβ, λευκά ενώ τελευταία εμφανίζονται και δίχρωμες ποικιλίες.
      Τα φύλλα της καλαγχόης είναι σαρκώδη, πλατιά, σε οβάλ σχήμα, με οδοντωτές άκρες, εμφανίζονται εναλλάξ σε όλο το μήκος των μίσχων και επειδή είναι πολύ τρυφερά σπάνε εύκολα με την παραμικρή αδέξια κίνηση. 
      Η καλαγχόη αγαπά και χρειάζεται πολύ φως για να αναπτυχθεί και μάλιστα αν το φως είναι άφθονο, τα φύλλα της θα αποκτήσουν μία όμορφη κοκκινωπή απόχρωση στις άκρες τους. Το καλοκαίρι μην την εκθέτετε σε απευθείας ηλιακό φως γιατί τα φύλλα της που περιέχουν πολύ νερό θα καούν. Το απευθείας ηλιακό φως από το φθινόπωρο μέχρι την άνοιξη δεν πρόκειται να βλάψει το φυτό σας.